Δευτέρα 4 Ιουνίου 2012

Ο Γιώργος Τσελώνης επιλέγει τις πέντε αγαπημένες του εκτελέσεις του τραγουδιού "Morning dew" για το περιοδικό Mic.



Ως προσκλεκλημένος της συγγραφέως και μεταφράστριας Χίλντας Παπαδημητρίου, στη μόνιμη στήλη της στο online μουσικό περιοδικό "Mic", ο Γιώργος Τσελώνης επιλέγει τις πέντε αγαπημένες του εκτελέσεις του κλασικού αντιπολεμικού τραγουδιού "Morning dew" (Bonnie Dobson/Tim Rose).



Όταν τον Αύγουστο του 1968 ο Jeff Beck κυκλοφορούσε με τη νεοσύστατη μπάντα του το παρθενικό του άλμπουμ Truth (Epic, US, EMI Columbia, UK) –ακρογωνιαίο λίθο του σκληρού ροκ ήχου–, όλη η αφρόκρεμα της μουσικής κοινότητας είχε στραμμένη την προσοχή της στον βιρτουόζο κιθαρίστα που πριν από έναν χρόνο είχε αποχωρήσει από τους Yardbirds. Ο πρώτος που εκτίμησε την ασύλληπτη δυναμική που περιέκλειε το Truth ήταν ο Jimmy Page, αποφασίζοντας λίγο αργότερα να βασίσει εν πολλοίς τον ήχο και τη δομή του πρώτου δίσκου των Led Zeppelin στις εν λόγω ηχογραφήσεις του Beck... Περίπου στα μέσα της πρώτης πλευράς του άλμπουμ, το “Morning dew” κάνει αισθητή την παρουσία του με τον ήχο μιας σκοτσέζικης γκάιντας που δυναμώνει, ενώ αμέσως μετά κυριαρχεί ο γνώριμος καλπασμός της εισαγωγής – έτσι όπως καθιερώθηκε από την κλασική βερσιόν του Tim Rose. «Φρασάροντας» εύγλωττα με το πετάλι του wah-wah ο Beck συντονίζεται με τα εκστατικά φωνητικά του Rod Stewart (ο Robert Plant επηρεάστηκε έντονα απ’ την ερμηνεία του), ενώ το σφιχτοδεμένο rhythm section –μεστό μπάσο, καταιγιστικά τύμπανα– κι ένας διακριτικός αλλά ευδιάκριτος Nicky Hopkins στο πιάνο (ο πολύτιμος session μουσικός που αναζητούσε κάθε μεγάλη μπάντα στα ‘60s) συμπληρώνουν άψογα το παζλ! Κι όταν στα τελευταία δευτερόλεπτα του κομματιού οι αλλεπάλληλες ηλεκτρικές εκκενώσεις κι ο καλπασμός καταλαγιάζουν, μέσα απ’ την ομίχλη αντηχούν για τελευταία φορά οι σκοτσέζικες γκάιντες…
Αποτίνοντας φόρο τιμής στην πρωτότυπη εκτέλεση της Bonnie Dobson, η ιστορική ιρλανδική folk μπάντα Clannad από το Donegal συμπεριέλαβε στο ομώνυμο ντεμπούτο της (Clannad, Philips, 1973) την πιο αιθέρια εκδοχή του τραγουδιού που ηχογραφήθηκε ποτέ. Διεκδικώντας επάξια μια θέση στο πάνθεον των folk συγκροτημάτων της Γηραιάς Αλβιόνας, οι Clannad παραμένουν ταυτόχρονα περισσότερο «παραδοσιακοί» από τους folk-rockers ομότεχνούς τους (Fairport Convention, Pentangle, Steeleye Span, Mellow Candle, Dr. Strangely Strange, Trees, Spirogyra, Comus), κάνοντάς μας να ξεχάσουμε προς στιγμή ότι το “Morning dew” γράφτηκε από τη Dobson το 1962 και δεν είναι παραδοσιακή μεσαιωνική μπαλάντα! Από τα πρώτα κιόλας αρπίσματα της ακουστικής κιθάρας στην εισαγωγή του κομματιού, μέχρι τη στιγμή που μπαίνει η αλαφροΐσκιωτη φωνή της Moya (Maire) Brennan (αδελφής της γνωστής μας Enya), είναι εμφανές ότι η ερμηνεύτρια δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την Sandy Denny των Fairport Convention ή την Jacqui Mc Shee των Pentangle, καθώς η φωνή της βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την αντρική χορωδία που αντηχεί απ’ το υπερώο, κάνοντας την Brennan ν’ ακούγεται σαν μυθικό αηδόνι κλεισμένο ξημερώματα σε χρυσό κλουβί. Κι όταν στη μέση του τραγουδιού παρεμβάλλεται ένα σύντομο πέρασμα με πιάνο και φλάουτο, οδηγούμαστε νοερά, εν ριπή οφθαλμού, σε ακροποταμιές και ξέφωτα…



Προσπερνώ το γεγονός ότι οι Led Zeppelin υπήρξαν ανέκαθεν η αγαπημένη μου ροκ μπάντα –αυτοί που με μύησαν στα ηλεκτρικά blues και τον μυστικισμό της Ανατολής ήδη από τα 14 μου– και ο Robert Plant ο τραγουδιστής που με έκανε να θέλω ν’ αφήσω μακριά μαλλιά στην πρώιμη νιότη μου. Με τους Zep δεν θα μπορέσω ποτέ να είμαι αντικειμενικός. Θα μείνω ωστόσο για λίγο στα εκλεκτά ακούσματα του Robert: Από την εποχή των βραχύβιων Crawling King Snakes –όπου γνώρισε τον John Bonham–, λίγο πριν προσχωρήσουν μαζί στους λίγο τυχερότερους Band of Joy κι εν συνεχεία στους… New Yardbirds του Jimmy Page, ο Plant έτρεφε μεγάλη αδυναμία στα Delta blues, στις folk μπαλάντες και στο αμερικανικό ψυχεδελικό ροκ της Δυτικής και της Ανατολικής Ακτής. Μεταξύ άλλων, θρυλικοί καλλιτέχνες όπως οι Bukka White, Alexis Κorner, Dino Valenti, Tim Hardin, Jimi Hendrix,Youngbloods, Skip Spence, Love, Buffalo Springfield, Tim Buckley, Fairport Convention και Incredible String Band ήταν αυτοί που σφυρηλάτησαν με τα ανθεκτικότερα υλικά την εκλεκτική αισθητική του. Δεν προκαλεί επομένως έκπληξη το ότι στο άλμπουμ του Dreamland (2002) το “Morning dew” βρίσκει τον ιδανικό ερμηνευτή του στο πρόσωπο του Plant: Εδώ η φωνή του είναι γήινη και τόσο οικεία, ζεστή σαν μια κούπα γάλα με μέλι. Μεστή σαν το κρασί που ωριμάζει στο κελάρι. Και η μουσική; Υπνωτιστική ατμόσφαιρα και oriental vibes απ΄ την αρχή ως το τέλος του κομματιού (σε βαθμό να νιώθεις σαν παραζαλισμένη κόμπρα που ξεπροβάλλει απ’ το καλάθι), αίσθηση απόλυτης μακαριότητας απ’ τα πλούσια ενορχηστρωμένα βιολιά στο background, κι οι οιμωγές απ’ το delay της κιθάρας να θυμίζουν τους υπερήχους που εκπέμπουν οι
φάλαινες καθώς ταξιδεύουν στους ωκεανούς…

 

Ήδη στο ξεκίνημα της καριέρας του –κι έχοντας πρόσφατα εγκαταλείψει το όνομα Warlocks– οι Grateful Dead μάς χάρισαν μία από τις πιο εμπνευσμένες διασκευές του τραγουδιού (album Grateful Dead, Warner Bros. 1967), η οποία δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη ζόρικη βερσιόν του Tim Rose, δεδομένου ότι οφείλει πολύ περισσότερα στη νοσταλγική εκτέλεση της Dobson. Δεν είναι λίγοι οι ακροατές που έμαθαν πρώτα το κομμάτι από τους βασιλιάδες της West Coast ψυχεδέλειας, αφού οι Dead κατάφεραν απ’ την πρώτη στιγμή να το κάνουν «δικό τους», αγκαλιάζοντάς το ζεστά με τον πολύχρωμο acid μανδύα τους, δηλαδή τον γνωστό τους ήχο-σήμα κατατεθέν: Δεν είναι μόνο η παθιασμένη ερμηνεία του Jerry Garcia στα φωνητικά κι οι εκπληκτικές ικανότητές του στην κιθάρα, ούτε το γαλαζωπό ονειρικό φως που ξεχειλίζει απ’ τα ψυχεδελικά keyboards του πρόωρα χαμένου Ron “Pigpen” Mc Kernan, λούζοντας τα πάντα στον στροβιλισμό του… Η εν λόγω 5λεπτη στούντιο εκδοχή του “Morning dew” είναι το απόλυτο soundtrack για ένα ξένοιαστο ξύπνημα ή για μια εκδρομή με φίλους ένα υπέροχο πρωινό με λιακάδα! Ακούστε επίσης τη σχεδόν 11λεπτη live εκτέλεση του κομματιού η οποία συμπεριλαμβάνεται στο τριπλό, ζωντανά ηχογραφημένο Europe ’72 (Warner Bros. 1972): Εδώ τα πάντα ακούγονται επιβραδυμένα, μουδιασμένα και νωχελικά –ο χρόνος έχει κυριολεκτικά σταματήσει–, ενώ η φωνή του Garcia ακούγεται περισσότερο θλιμμένη από ποτέ... Για τους αφοσιωμένους Deadheads, το τραγούδι υπάρχει σε πολλά ακόμη επίσημα κι ανεπίσημα live του γκρουπ (ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για την μπάντα που καθιέρωσε το bootlegging ως πρακτική).

 

Η ιστορία του ροκ κρύβει στο χρονοντούλαπό της πολλά μυστικά. Ένα απ’ αυτά συνδέει άμεσα το “Morning dew” με το γενεαλογικό δέντρο των θρυλικών Allman Brothers: Όταν το 1968 οι 31st of February, ένα ροκ τρίο από τη Florida (Scott Boyer: κιθάρα, φωνή, David Brown: μπάσο, Butch Trucks: τύμπανα) ήρθε μέσω του drummer Trucks σ’ επαφή με τους αδελφούς Gregg και Duane Allman, το σύνολο μετατράπηκε αμέσως σε κουιντέτο, η χημεία έδεσε και το γκρουπ άρχισε να ηχογραφεί το δεύτερο άλμπουμ του, το οποίο ωστόσο… δεν κυκλοφόρησε ποτέ! Μόνο έπειτα από λίγα χρόνια, όταν οι Allman Brothers Band είχαν πλέον γίνει πασίγνωστοι, έμελλε να περιληφθεί αναδρομικά το συγκεκριμένο αρχειακό υλικό στον δίσκο Duane & Gregg Allman (Bold Records, 1972). Πολύ αργότερα, η διασκευή των 31st στο “Morning dew” θα συμπεριληφθεί μεμονωμένα στην τετραπλή συλλογή Dreams των Allman Brothers (Polydor, 1989). Εν κατακλείδι, με την πολύτιμη συμμετοχή των αδελφών Allman στα φωνητικά, τα πλήκτρα και την κιθάρα (Gregg και Duane αντίστοιχα), οι 31st of February ηχογράφησαν την εκρηκτικότερη, πληρέστερη και πιο acid εκδοχή του τραγουδιού, η οποία συναγωνίζεται σε πάθος ακόμη και την εκτέλεση των Jeff Beck/Rod Stewart: διάχυτη ψυχεδελική ατμόσφαιρα, αριστοτεχνικά δομημένες διφωνίες και άρτια παραγωγή, παθιασμένη ερμηνεία (ο Gregg σε πρώτο πλάνο), δυναμισμός που βαράει κόκκινο, killer organ κι ηλεκτρικά σόλο από μια κιθάρα που πετάει δαιμονισμένα σαν ιπτάμενο χαλί! Ιστορικές στιγμές από μια εποχή που έχει φύγει ανεπιστρεπτί (Και μια πληροφορία για τους φίλους του ψυχεδελικού ροκ: Morning Dew ήταν το όνομα μιας psych-garage μπάντας από το Topeka του Kansas, η οποία έδρασε την περίοδο 1966-1970).

   

Δείτε εδώ το αναρτημένο κείμενο απευθείας στο link της ιστοσελίδας του "Mic": http://www.mic.gr/stili.asp?id=38807

Δεν υπάρχουν σχόλια: