Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Γιώργος Τσελώνης - "Patti Smith: Sketches of Pain – Εξόριστη στη λεωφόρο του Rock ‘n’ roll" - Επιλεγμένα αποσπάσματα


Παρακάτω παρατίθενται επιλεγμένα αποσπάσματα από το πρώτο βιβλίο μου, τη μουσική βιογραφία "Patti Smith: Sketches of Pain – Εξόριστη στη λεωφόρο του Rock ‘n’ roll" (μεταφράσεις, επιλογή-επιμέλεια κειμένων: Γιώργος Τσελώνης, εκδόσεις Οξύ, 2008). Η μεγάλη Αμερικανίδα περφόρμερ και ποιήτρια μάς κλείνει με νόημα το μάτι, μιλώντας μας σε πρώτο πρόσωπο για τις εμπειρίες που σημάδεψαν τα παιδικά κι εφηβικά της χρόνια, διαμορφώνοντας το καλούπι της πολυδιάστατης καλλιτεχνικής της περσόνας. Η συνέχεια για τους απανταχού ενδιαφερόμενους, μυημένους στο rock ‘n’ roll (και μη), πλέον επί χάρτου…



«Ο καλλιτέχνης είναι σαν την κάμπια: Κουλουριάζεται και συστρέφεται συνεχώς, μέχρι να μεταμορφωθεί σε πεταλούδα. Ο ίδιος κύκλος επαναλαμβάνεται συνεχώς. Για να μπορέσει να νιώσει τη μαγεία της αναγέννησης, από το κουκούλι πρέπει να επιστρέψει στο αρχικό αηδιαστικό στάδιο της κάμπιας.»
«Ακόμα και ως παιδί είχα συνεχώς την εντύπωση ότι κάποιος με τραβάει κρυφά με την κάμερα… Ήταν σαν κάποιος άγιος –κάπου στο διάστημα– να τραβάει πανοραμικά πλάνα ολόκληρης της γης, και ξαφνικά να κάνει ζουμ απάνω μου από ψηλά [...]. Ένιωθα λίγο άβολα με την εξωτερική μου εμφάνιση. Στην ουσία, με έβλεπα σαν ασχημόπαπο… Παρά όμως τις αδέξιες κινήσεις μου και το κοκαλιάρικο και αγύμναστο σώμα μου, έτρεχα γρηγορότερα απ’ όλους και είχα κότσια για τα πάντα. Ναι μεν ήμουν φιλάσθενη, αλλά παράλληλα –ως η μεγαλύτερη από τα αδέλφια μου– ένιωθα τεράστια ευθύνη απέναντί τους. Πάντως, το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής μου ηλικίας το πέρασα αποξενωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Είχα φτάσει στο σημείο να πιστεύω ότι ήμουν υιοθετημένη ή απλώς… εξωγήινη! Ωστόσο, αυτό που συνήθως μου έσωζε τη ζωή είναι ότι πάντα έβρισκα κάτι να με απορροφά, στο οποίο αφιέρωνα όλο μου τον χρόνο και την προσοχή.»
«Εκείνη την περίοδο ήμουν συνεχώς καυλωμένη, αλλά κανείς δεν μου είχε πει ότι τα κορίτσια καυλώνουν! Ήταν τραγικό, γιατί δεν ήξερα πώς να συμπεριφερθώ προκειμένου να εξωτερικεύσω όλα αυτά που ένιωθα. Κατά τη διάρκεια του μαθήματος χτυπούσα εκνευρισμένη τα πόδια μου στο πάτωμα –κάτω από το θρανίο–, έχοντας πάντα αυτή την περίεργη αίσθηση ανάμεσα στα σκέλια μου, χωρίς φυσικά να ξέρω τι είναι… Ποτέ μέχρι τότε δεν είχα αγγίξει το κορμί μου. Ζούσα τα πάντα με τη φαντασία μου. Και ήμουν τόσο καυλωμένη στο σχολείο που το σώμα μου έμοιαζε με αγωγό ηλεκτρικού ρεύματος. Σου λέω, ήταν σαν να είχα κόκαλα από νέον! Τα σχόλια και οι παρατηρήσεις των καθηγητών στην καρτέλα επιδόσεών μου έλεγαν πάντα ότι “η Patti Lee είναι υπερβολικά αφηρημένη και ονειροπολεί συνεχώς”. Έτσι, μην ξέροντας τι ήταν αυτό που μου συνέβαινε, επέστρεφα κάθε μέρα σπίτι από το σχολείο για ν’ αυνανιστώ, αφήνοντας το σώμα μου να χαλαρώσει και τις σκέψεις να ξεχυθούν ανακουφιστικά από το μυαλό μου.»
«Ο κόσμος της φαντασίας που αποκαλύπτεται στον άνθρωπο μέσω της θρησκευτικής εμπειρίας είναι κάτι το καταπληκτικό… Αυτό που δεν μπορώ ν’ ανεχτώ σε καμία περίπτωση είναι το δόγμα. Αυτό που κάνει τη μουσική –και γενικότερα την τέχνη– συγκλονιστική είναι ότι τίποτα και κανείς δεν μπορεί να σ’ εμποδίσει να ασχοληθείς με αυτήν. Με αυτό τον τρόπο σου προσφέρονται άπειρες δυνατότητες. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι τέχνες σαν τη μουσική αποτελούν το κατάλληλο κλειδί για να μπορέσει κανείς να κατανοήσει και να προσεγγίσει το φαινόμενο της θρησκείας. Οι άνθρωποι ζητούν απεγνωσμένα να πιστέψουν σε κάτι. Επειδή όμως το θρησκευτικό κατεστημένο κάθε φορά τους φορτώνει με ένα σωρό κανονισμούς και τους πνίγει με περιορισμούς και απαγορεύσεις, το όλο εγχείρημα καταλήγει τελικά να τους αποθαρρύνει […]. Ο Θεός δεν μπορεί να καταλάβει τον πόνο μας. Χρειαζόμαστε έναν νέο άγιο… Και η αλήθεια είναι ότι ένα γαμημένο ροκ κομμάτι μπορεί να με ανυψώσει πολύ περισσότερο από την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη ή από οποιοδήποτε ευαγγέλιο. Δημιουργήσαμε το rock ‘n’ roll καθ’ εικόνα και ομοίωσή μας! Είναι το παιδί μας!»
«Δεν θεωρώ ότι το να γράφει κανείς είναι μια διαδικασία που απαιτεί αυτοσυγκέντρωση και απομόνωση. Πιστεύω ότι είναι μια άκρως φυσιολογική δραστηριότητα. Όταν είμαι στο σπίτι και κάθομαι να γράψω στη γραφομηχανή, τρελαίνομαι τελείως… Στριφογυρίζω στη θέση μου σαν μαϊμού! Η απόλαυση που μου προσφέρει το γράψιμο αρκεί από μόνη της για να με κάνει να χύσω και να μουσκέψω τα εσώρουχά μου… Αντί να σουτάρω πρέζα, το ρίχνω στη μαλακία. Αυνανίζομαι δεκατέσσερις φορές σερί… Στο τέλος αρχίζω και βλέπω διαστημόπλοια να προσγειώνονται στα οροπέδια των Αζτέκων – τέτοια πράγματα… Βλέπω μυστήριες εικόνες. Βλέπω ναούς, υπόγειους ναούς, με αλλεπάλληλες πόρτες ν’ ανοίγουν η μία μετά την άλλη, κι από μέσα να ξεπροβάλλει ο Φαραώ, φασκιωμένος με σχοινιά από χρυσό! Κάπως έτσι γράφω και τα περισσότερα ποιήματά μου […] Ο απώτερος σκοπός του καλλιτέχνη είναι η επικοινωνία με το θείο, όπου κι αν βρίσκεται αυτό. Πρόκειται για έναν τρόπο συμπαντικής επικοινωνίας. Προσωπικά, πάντα εκμαίευα τις εικόνες του υποσυνειδήτου μου μέσω του αυτοσχεδιασμού που προσφέρει η ποίηση και γενικότερα η γλώσσα… Τώρα πια έχω αντικαταστήσει την ίδια τη γλώσσα με ήχους. Ο ήχος αποδεικνύεται αυθεντικότερος όσον αφορά την πραγματική επικοινωνία, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε συμπαντικό επίπεδο. Ο ρυθμός κορυφώνεται συνεχώς ακολουθώντας κυκλική πορεία! Η μουσική μας επί σκηνής θυμίζει γυναικείο οργασμό!»
«[…] Στη αλυσίδα παραγωγής όπου εργαζόμουν δεν υπήρχε σωματείο, ενώ οι μισθοί ήταν πραγματικά χαμηλοί. Οι συνθήκες εργασίας ήταν άθλιες και –όπως τουλάχιστον το έβλεπα εγώ– αυτός ο τρόπος ζωής ήταν αξιοθρήνητος. Οι περισσότεροι όμως από τους ανθρώπους που εργάζονταν εκεί, βρίσκονταν σ’ εκείνο το μέρος όλη τους τη ζωή. Παρόλο που δούλεψα εκεί μόνο δύο καλοκαίρια, μου ήταν αρκετό να καταλάβω αυτό που οι υπόλοιποι δεν είχαν συνειδητοποιήσει σε ολόκληρη τη ζωή τους. Ήταν ένα κάτεργο, με όλη τη σημασία της λέξης. Εκείνη την περίοδο, όμως, δεν είχα εναλλακτική λύση: οι γονείς μου δεν είχαν χρήματα και η κοινότητα όπου ζούσαμε ήταν δυστυχώς πολιτιστικά και βιοτικά υποβαθμισμένη. Έβλεπα τους ανθρώπους να είναι ευχαριστημένοι –σχεδόν ευγνώμονες– για την άθλια αυτή δουλειά που τους είχαν προσφέρει, ενώ την ίδια στιγμή ζούσαν υπό τις χειρότερες συνθήκες. Όλα αυτά με ωθούσαν να εξεγερθώ…»